Ολόκληρο το φυτό Punarnava (Spreading Hogweed), συμπεριλαμβανομένων των φύλλων και της ρίζας, έχει αποδεδειγμένες θεραπευτικές ιδιότητες. Χρησιμοποιείται εδώ και πολλά χρόνια από τους ιθαγενείς της Ινδίας. Η φαρμακευτική αξία του φυτού για τη θεραπεία μεγάλου αριθμού παθήσεων αναφέρεται στοCharaka Samhita, το κύριο κείμενο της Αγιουρβέδα.
Το Punarnava έχει πολλές εθνοβοτανικές χρήσεις. Τα φύλλα του τρώγονται ως λαχανικό. Ο χυμός της ρίζας του χρησιμοποιείται για τη θεραπεία του άσθματος, των ουρογεννητικών διαταραχών, της λευκόρροιας, των ρευματισμών και της εγκεφαλίτιδας. Επιπλέον, το φυτό έχει πολλές φαρμακολογικές, κλινικές και αντιμικροβιακές ιδιότητες.
Το Punarnava είναι ένα αγριόχορτο το οποίο συναντάται σε όλη την Ινδία.
Ενεργά συστατικά:
Το φυτό περιέχει punarnavoside, ροτενοειδή, μποραβινόνες A, B, C, D και Ε, λιγνάνες, φλαβόνες και στερόλες. Το punarnavoside αναφέρεται ότι έχει διουρητικές, αντιφλεγμονώδεις, αντιϊνωδολυτικές και αντιβακτηριακές ιδιότητες. Από τις δύο λιγνάνες, την liriodendrin και την syringaresinol mono-β-D-glucoside που βρίσκονται στο εκχύλισμα της ρίζας του Punarnava, η liriodendrin παρουσιάζει σημαντική δράση επί των αναστολέων των διαύλων του ασβεστίου. Οι ανταγωνιστές ή αναστολείς των διαύλων του ασβεστίου είναι φάρμακα που χαλαρώνουν τα κύτταρα των λείων μυών με αποτέλεσμα τη μείωση των μυικών σπασμών. Χαλαρώνουν τα αγγεία και μειώνουν την πίεση του αίματος, πράγμα εξαιρετικά χρήσιμο στην αντιμετώπιση των καρδιαγγειακών διαταραχών. Τα ροτενοειδή συστατικά έχουν μελετηθεί όσο αφορά την σπασμολυτική τους δράση επί της γαστρεντερικής οδού.
Οι ερευνητές έχουν αναφέρει ότι, εκτός από punarnavine, το εκχύλισμα του φυτού περιέχει νιτρικό κάλιο. Επίσης, έχει αναφερθεί ότι περιέχει και ουρσολικό οξύ. Ο βλαστός του φυτού περιέχει 15 αμινοξέα, μεταξύ των οποίων 6 απαραίτητα, ενώ το σύστημα της ρίζας περιέχει 14 αμινοξέα, μεταξύ των οποίων 7 απαραίτητα.
Λειτουργίες:
Λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος: Το Punarnava δρα ως διουρητικό. Η διουρητική δράση του φυτού αποδίδεται στην παρουσία της xanthone beta-ecdysone. Επιπλέον, το Punarnava παρουσιάζει αντιμικροβιακές, αντιφλεγμονώδεις και αντισπασμωδικές ιδιότητες, οι οποίες είναι ιδιαίτερα χρήσιμες στην αντιμετώπιση των διαταραχών του ουροποιητικού συστήματος, όπως χρόνιες και επαναλαμβανόμενες λοιμώξεις των ουροφόρων οδών, μεταξύ των οποίων λοιμώξεων κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης.
Νεφροτικό σύνδρομο: Σε κλινικές μελέτες με ασθενείς που υποφέρουν από νεφροτικό σύνδρομο, έχει αναφερθεί ότι το φυτό αυξάνει τα επίπεδα των πρωτεϊνών του ορού και μειώνει την έκκριση πρωτεϊνες στα ούρα. Η δράση του αυτή αποδίδεται στην παρουσία των ροτενοειδών στα διάφορα τμήματα του φυτού. Το Punarnava μειώνει επίσης το οίδημα που σχετίζεται με τη δυσλειτουργία των νεφρών.
Άλλες: Το φλαβονοειδές arbinofuranoside που υπάρχει στο φυτό βρέθηκε ότι μειώνει το ουρικό οξύ του ορού, πράγμα το οποίο είναι εξαιρετικά χρήσιμο στη θεραπεία των ουρογεννητικών διαταραχών.
Ενδείξεις:
Λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος
Οίδημα (πρήξιμο)